Ο ΣΤΡΑΤΟΣ

Αποβραδίς το Στράτο
τον πιάσαν δυο καλοί.
Του λεν στο συνδικάτο
να πάει να γραφτεί.

Πάρτο απόφαση, βρε Στράτο,
να γραφτείς στο συνδικάτο.

Μα εκείνος λέει “ώχου,
μπελά δεν θέλω εγώ,
με φτάνουν κείνα πο ‘χου,
κι οι ρίζες στο χωριό”.

Μα κανείς δεν ξέρει, Στράτο.
Χρειάζεται το συνδικάτο.

Ένα πρωί το Στράτο
τον πιάνει η μηχανή,
τον βάζει από κάτω
κι ακόμα να φανεί!

Έβγα γρήγορα, βρε Στράτο,
να γραφτείς στο συνδικάτο!