ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ

Κατεβαίνω στο ποτάμι
με της λευτεριάς το χράμι.
Στο νεράκι να το δώσω
και στον ήλιο να τ’ απλώσω.

Το ξεπλένω ένα-δυο χέρια,
πάνω του πουλιά κι αστέρια.
Το ξεπλένω κι άλλο ένα,
πάνω του όλα ματωμένα.

Μες στο δειλινό γυρνάω
και τραγούδι αρχινάω.
Κι αχ, κατάμαυρο φεγγάρι
είναι η ματιά του Άρη.