ΤΟ ΚΑΡΥΟΦΙΛΛΙ*

Για πέστε μου, βρε Έλληνες,
τόσα χρόνια μια φωτιά,
με τη σπίθα στΒρήκα ένα καρυοφίλλι στο σπίτι του παππού,
δεν το ‘χαν ακουμπήσει χεράκια κανενού.
Κοντάκι είχε ασημένιο, φεγγάρια κεντημένο
και μύριζε μπαρούτη, τρελή βραδιά και τούτη!

Αυτό το καρυοφίλλι λάμπει στα σκοτεινά
άστραψε χτες το βράδυ στη θέση του ξανά.
Εκεί, που ήταν πάντα μ’ ένα κλωνί λεβάντα
κάτω από ένα κιλίμι, σαν κουρνιασμένο αγρίμι.η ματιά.
Τι συνάζεστε, τι λέτε,
αχ, βρε Έλληνες, τι θέτε;

Για πέστε μου, βρε Έλληνες,
πότε πίσω πότε μπρος,
κι είναι αίμα ο γιαλός.
Πέτρα, πέτρα περπατάτε,
αχ, βρε Έλληνες, που πάτε;

Για πέστε μου βρε Έλληνες
ποιός σας στέλνει και γιατί;
Δεν είν’ τ’ όνειρο ντροπή.
Το παράπονό σας λύστε,
αχ, βρε Έλληνες, ποιοί είστε;

*Από το βιβλίο “Είκοσι τραγούδια”, ενότητα “Δέκα οχτάστιχα”.
Εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα 1978